-
1 ἀντ-απο-λογέομαι
ἀντ-απο-λογέομαι, dagegen zu seiner Vertheidigung sagen, αὐτοῦ πολλὰ ἀνταπολογησαμένου Isae. 5, 17; Sp.
-
2 ἀνταπολογέομαι
1 ἀντ-απο-λογέομαι
ἀντ-απο-λογέομαι, dagegen zu seiner Vertheidigung sagen, αὐτοῦ πολλὰ ἀνταπολογησαμένου Isae. 5, 17; Sp.
2 ἀνταπολογέομαι