-
1 αντίπετρος
-
2 ἀντίπετρος
-
3 αντιπετρος
-
4 ἀντίπετρος
ἀντίπετρος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀντίπετρος
-
5 ἀντίπετρος
ἀντί-πετρος, wie ein Fels; felsenähnlich, hart -
6 αντίπετρον
-
7 ἀντίπετρον
-
8 ἰσό-πετρος
ἰσό-πετρος, felsengleich, steinhart, Erkl. von ἀντίπετρος, Schol. Soph. O. C. 188.
-
9 αντιπέτροιο
-
10 ἀντιπέτροιο
-
11 αντιπέτρου
-
12 ἀντιπέτρου
-
13 ἰσόπετρος
ἰσό-πετρος, ον,A gloss on ἀντίπετρος, Sch.S.OC 192.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἰσόπετρος
См. также в других словарях:
αντίπετρος — ἀντίπετρος, ον (Α) 1. όμοιος με πέτρα 2. (επίθ. του Διός) αυτός που αντικαταστάθηκε με πέτρα (πρόκειται για την πέτρα που κατάπιε ο Κρόνος) … Dictionary of Greek
ἀντίπετρος — like stone masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντίπετρον — ἀντίπετρος like stone masc/fem acc sg ἀντίπετρος like stone neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντιπέτροιο — ἀντίπετρος like stone masc/fem/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντιπέτρου — ἀντίπετρος like stone masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέτρα — I Oνομασία διαφόρων αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της αρχαίας μακεδόνικης Πιερίας, χτισμένη πάνω σε ψηλό και απότομο βράχο στα Στενά της Πέτρας, που σχηματίζουν τα Καμβούνια όρη και ο Όλυμπος. Είναι άγνωστο πότε χτίστηκε. Έχουν σωθεί ερείπια από σπίτια … Dictionary of Greek