-
1 αντινωτος
-
2 ἀντίνωτος
ἀντίνωτος, ον, in pl.,A back to back, D.S.2.54, Ael.Tact.37.1, Arr. Tact.29.1.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀντίνωτος
-
3 ἀντίνωτος
-
4 αντινώτους
-
5 ἀντινώτους
См. также в других словарях:
αντίνωτος — ἀντίνωτος, ον (Α) πληθ. ἀντίνωτοι αυτοί που βρίσκονται πλάτη με πλάτη … Dictionary of Greek
ἀντινώτους — ἀντίνωτος back to back masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)