Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀντινομοθετῶ

См. также в других словарях:

  • αντινομοθετώ — (AM ἀντινομοθετώ, έω) θέτω αντίθετους νόμους, νομοθετώ αντίθετα προς άλλους νόμους αρχ. 1. νομοθετώ εναντίον κάποιου ή αντίθετα προς το θέλημα κάποιου 2. παρουσιάζω αντινομία, αντιφάσκω 3. προσδιορίζω, καθορίζω αντίθετα προς κάποιον άλλο …   Dictionary of Greek

  • ἀντινομοθετῶ — ἀντινομοθετέω make laws in rivalry with pres subj act 1st sg (attic epic doric) ἀντινομοθετέω make laws in rivalry with pres ind act 1st sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»