Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀντιλαβή

См. также в других словарях:

  • ἀντιλαβή — thing to hold by fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αντιλαβή — Όρος που αναφέρεται στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Πρόκειται για τη μορφή της στιχομυθίας που δεν αναπτύσσεται με τη διαδοχή ακέραιων στίχων αλλά ημιστιχίων. Η επινόηση αυτή χρησιμοποιήθηκε για την απόδοση της συγκινησιακής έντασης ή του… …   Dictionary of Greek

  • ἀντιλάβῃ — ἀντιλαμβάνω receive instead of aor subj mp 2nd sg ἀντιλαμβάνω receive instead of aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιλαβαί — ἀντιλαβή thing to hold by fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιλαβήν — ἀντιλαβή thing to hold by fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιλαβῶν — ἀντιλαβή thing to hold by fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Hoplon — Hoplon …   Deutsch Wikipedia

  • ԲՌՆԱՀԱՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 516 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 7c, 10c գ. ἁντιλαβή apprehensio Բուռն հարումն. ըմբռնումն. *Զերծեալք ʼի բռնահարութենէ որսողին. Խոսր.: *Անմեղանչելիք մնան ʼի բռնահարութեան մերկ ձեռին՝ որպէս զգաւազանդ. Արշ.: Եւ λαβή եղի… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ἀντιλαβάς — ἀντιλαβά̱ς , ἀντιλαβή thing to hold by fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιλαβῆς — ἀντιλαβεύς masc nom pl ἀντιλαβεύς masc nom/voc pl ἀντιλαβή thing to hold by fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»