-
1 αντιδίκοις
-
2 ἀντιδίκοις
См. также в других словарях:
ἀντιδίκοις — ἀντίδικος opponent masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
HOMICIDII Causa — Athanis in Areopago disceptari olim solita est, ex lege, Δικάζειν δὲ την` βουλην` εν Α᾿ρείῳ πάγῳ φόνου καὶ τραύματος ἐκ προνοίας καὶ πυρκαίας καὶ φαρμάκων ἐάν τις ἀποκτείνῃ δοὺς, Senatus Areopagiticus ius dicito de caede, aut vulnere, non casu,… … Hofmann J. Lexicon universale
λογογραφώ — (Α λογογραφῶ, έω) [λογογράφος] νεοελλ. είμαι λογοτέχνης, συγγραφέας αρχ. 1. συντάσσω δικανικούς λόγους επ αμοιβή, είμαι επαγγελματίας λογογράφος («Δημοσθένης μέν ἐπιψόγως λέγεται λογογραφῶν κρύφα τοῑς... ἀντιδίκοις», Πλούτ.) 2. εξιστορώ σε… … Dictionary of Greek