-
1 αντεπιτασσω
атт. ἀντεπιτάττω в свою очередь приказывать(τινὴ ποιεῖν τι Thuc. и τινί τι Plat.)
См. также в других словарях:
αντεπιτάσσω — ἀντεπιτάσσω (Α) διατάζω, προστάζω και εγώ … Dictionary of Greek
ἀντεπιταχθῆναι — ἀντεπιτάσσω order in turn aor inf pass ἀντεπιτάσσω order in turn aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεπέταττον — ἀντεπιτάσσω order in turn imperf ind act 3rd pl (attic) ἀντεπιτάσσω order in turn imperf ind act 1st sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεπέταξα — ἀντεπιτάσσω order in turn aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεπέταξαν — ἀντεπιτάσσω order in turn aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσαντεπιτάσσω — Α εκδίδω διαταγή σε απάντηση και εναντίον άλλης διαταγής. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἀντεπιτάσσω «διατάζω, προστάζω και εγώ»] … Dictionary of Greek