-
1 αντεδίδασκεν
-
2 ἀντεδίδασκεν
См. также в других словарях:
ἀντεδίδασκεν — ἀντιδιδάσκω inform imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αντεδίδασκεν
2 ἀντεδίδασκεν
ἀντεδίδασκεν — ἀντιδιδάσκω inform imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)