Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀνεμῶναι

См. также в других словарях:

  • ἀνεμῶναι — ἀνεμώνη poppy anemone fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανεμώνη — (anemone). Ονομασία πολυάριθμων λουλουδιών και φυτών, από τα οποία άλλα είναι αυτοφυή και άλλα καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά. Το γένος α. ανήκει στην οικογένεια των ρανουγκουλιδών και περιλαμβάνει ριζωματώδεις πόες με πρώιμη ανοιξιάτικη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»