Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀνδρόμεος

См. также в других словарях:

  • ανδρόμεος — ἀνδρόμεος, έα, ον (Α) ανθρώπινος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + επίθημα μεος, το οποίο συνδέεται πιθ. με το αρχ. ινδ. maya] …   Dictionary of Greek

  • ἀνδρόμεος — human masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέων — ἀνδρόμεος human fem gen pl ἀνδρόμεος human masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρόμεον — ἀνδρόμεος human masc acc sg ἀνδρόμεος human neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέαις — ἀνδρόμεος human fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέη — ἀνδρόμεος human fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέην — ἀνδρόμεος human fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέης — ἀνδρόμεος human fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέοιο — ἀνδρόμεος human masc/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέοις — ἀνδρόμεος human masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδρομέοισι — ἀνδρόμεος human masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»