-
1 ανατραπείσας
ἀνατραπείσᾱς, ἀνατρέπωoverturn: aor part pass fem acc plἀνατραπείσᾱς, ἀνατρέπωoverturn: aor part pass fem gen sg (doric aeolic) -
2 ἀνατραπείσας
ἀνατραπείσᾱς, ἀνατρέπωoverturn: aor part pass fem acc plἀνατραπείσᾱς, ἀνατρέπωoverturn: aor part pass fem gen sg (doric aeolic)
См. также в других словарях:
ἀνατραπείσας — ἀνατραπείσᾱς , ἀνατρέπω overturn aor part pass fem acc pl ἀνατραπείσᾱς , ἀνατρέπω overturn aor part pass fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ουγκάντα — Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με το Σουδάν, Α με την Κένυα, Δ με τη Δημοκρατία του Κονγκό· Ν ορίζεται κατά μεγάλο μέρος από τη λίμνη της Βικτόριας και μόνο στο δυτικό τμήμα συνορεύει με την Τανζανία και με τη Ρουάντα.Η Ο. (η ονομασία … Dictionary of Greek