Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀναστάσεις

См. также в других словарях:

  • ἀναστάσεις — ἀνάστασις making to stand fem nom/voc pl (attic epic) ἀνάστασις making to stand fem nom/acc pl (attic) ἀναστά̱σεις , ἀνίστημι make to stand up aor subj act 2nd sg (epic doric) ἀναστά̱σεις , ἀνίστημι make to stand up fut ind act 2nd sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πανοικεσία — και πανοικησίᾳ Α επίρρ. μαζί με όλη την οικογένεια, οικογενειακώς («πανοικεσίᾳ τὰς ἀναστάσεις ἐποιοῡντο», Θουκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίρρ. έχει προέλθει από τη δοτ. ενός αμάρτυρου ουσ. *πανοικεσία < παν * + οικεσία (< θ. οἰκέτ τού οἰκέτ ης με… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»