-
1 ανασκέψεται
-
2 ἀνασκέψεται
См. также в других словарях:
ἀνασκέψεται — ἀνά σκέπτομαι look aor subj mp 3rd sg (epic) ἀνά σκέπτομαι look fut ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ανασκέψεται
2 ἀνασκέψεται
ἀνασκέψεται — ἀνά σκέπτομαι look aor subj mp 3rd sg (epic) ἀνά σκέπτομαι look fut ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)