Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀνακεφαλαιωτικά

  • 1 ανακεφαλαιωτικά

    ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: neut nom /voc /acc pl
    ἀνακεφαλαιωτικά̱, ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: fem nom /voc /acc dual
    ἀνακεφαλαιωτικά̱, ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ανακεφαλαιωτικά

  • 2 ἀνακεφαλαιωτικά

    ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: neut nom /voc /acc pl
    ἀνακεφαλαιωτικά̱, ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: fem nom /voc /acc dual
    ἀνακεφαλαιωτικά̱, ἀνακεφαλαιωτικός
    fit for summing up: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀνακεφαλαιωτικά

См. также в других словарях:

  • ἀνακεφαλαιωτικά — ἀνακεφαλαιωτικός fit for summing up neut nom/voc/acc pl ἀνακεφαλαιωτικά̱ , ἀνακεφαλαιωτικός fit for summing up fem nom/voc/acc dual ἀνακεφαλαιωτικά̱ , ἀνακεφαλαιωτικός fit for summing up fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»