-
1 ανακαλυπτηρίοις
-
2 ἀνακαλυπτηρίοις
См. также в других словарях:
ἀνακαλυπτηρίοις — ἀνακαλυπτήρια festival of unveiling neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ανακαλυπτηρίοις
2 ἀνακαλυπτηρίοις
ἀνακαλυπτηρίοις — ἀνακαλυπτήρια festival of unveiling neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)