Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀνακαινίσει

  • 1 ανακαινίσει

    ἀνακαίνισις
    a making new: fem nom /voc /acc dual (attic epic)
    ἀνακαινίσεϊ, ἀνακαίνισις
    a making new: fem dat sg (epic)
    ἀνακαίνισις
    a making new: fem dat sg (attic ionic)
    ἀνακαινίζω
    renew: aor subj act 3rd sg (epic)
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind mid 2nd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind act 3rd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: aor subj act 3rd sg (epic)
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind mid 2nd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind act 3rd sg

    Morphologia Graeca > ανακαινίσει

  • 2 ἀνακαινίσει

    ἀνακαίνισις
    a making new: fem nom /voc /acc dual (attic epic)
    ἀνακαινίσεϊ, ἀνακαίνισις
    a making new: fem dat sg (epic)
    ἀνακαίνισις
    a making new: fem dat sg (attic ionic)
    ἀνακαινίζω
    renew: aor subj act 3rd sg (epic)
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind mid 2nd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind act 3rd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: aor subj act 3rd sg (epic)
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind mid 2nd sg
    ἀνακαινίζω
    renew: fut ind act 3rd sg

    Morphologia Graeca > ἀνακαινίσει

См. также в других словарях:

  • ἀνακαινίσει — ἀνακαίνισις a making new fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀνακαινίσεϊ , ἀνακαίνισις a making new fem dat sg (epic) ἀνακαίνισις a making new fem dat sg (attic ionic) ἀνακαινίζω renew aor subj act 3rd sg (epic) ἀνακαινίζω renew fut ind mid 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Καρπενήσι — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 960 μ., 6.592 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Ευρυτανίας. Είναι χτισμένη στις νοτιοδυτικές πλαγιές του όρους Τυμφρηστός. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Θεωρείται μία από τις γραφικότερες κωμοπόλεις της Ελλάδας, γεγονός… …   Dictionary of Greek

  • Χατζόπουλος, Γεώργιος — (1858 – 1927). Ζωγράφος από το Αίγιο. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου και ασχολήθηκε κυρίως με τοπιογραφίες και θαλασσογραφίες της Αττικής, της Αιτωλοακαρνανίας, της Πάτρας και του Αιγίου. Χρημάτισε καθηγητής της ιχνογραφίας στη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»