-
1 ανακίρνησιν
-
2 ἀνακίρνησιν
-
3 ἀνακίρναμαι
A mix,ἀνακίρναται ποτόν S.Fr.255.8
: metaph., φιλίας.. ἀνακίρνασθαι mix the bowl of friendship, E.Hipp. 254.II as [voice] Pass., ἀὴρ ἡλίου ἀκτῖσιν ἀνακιρνάμενος tempered by.., Pl. Ax. 371d: mingle with, Iamb. in Nic.p.73 P.:—[voice] Act.,ἀνακίρνησιν Ph.1.284
, part.- κιρνάς 1.153
:—[voice] Pass.,ἀνακιρνᾶται Id.Fr.74
H. (s. v. l.), cf. Alex. Trall.1.13.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀνακίρναμαι
См. также в других словарях:
ἀνακίρνησιν — ἀνακίρναμαι mix pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)