-
1 αναθερμαίνειν
-
2 ἀναθερμαίνειν
См. также в других словарях:
ἀναθερμαίνειν — ἀναθερμαίνω warm up pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αναθερμαίνειν
2 ἀναθερμαίνειν
ἀναθερμαίνειν — ἀναθερμαίνω warm up pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)