-
1 αναζωγραφήματος
-
2 ἀναζωγραφήματος
См. также в других словарях:
ἀναζωγραφήματος — ἀναζωγράφημα memory image neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αναζωγραφήματος
2 ἀναζωγραφήματος
ἀναζωγραφήματος — ἀναζωγράφημα memory image neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)