-
1 αμφιέποι
-
2 ἀμφιέποι
См. также в других словарях:
ἀμφιέποι — ἀμφϊέποῑ , ἀμφιέπω go about pres opt act 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αμφιέποι
2 ἀμφιέποι
ἀμφιέποι — ἀμφϊέποῑ , ἀμφιέπω go about pres opt act 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)