-
1 αμνηστίαις
-
2 ἀμνηστίαις
См. также в других словарях:
ἀμνηστίαις — ἀμνηστία forgetfulness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αμνηστίαις
2 ἀμνηστίαις
ἀμνηστίαις — ἀμνηστία forgetfulness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)