Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀμελῇ

См. также в других словарях:

  • ἀμελῆ — ἀμελής careless neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀμελής careless masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀμελής careless masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμελῇ — ἀμελέω have no care for pres subj mp 2nd sg ἀμελέω have no care for pres ind mp 2nd sg ἀμελέω have no care for pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεταμελητί — (Μ) επίρρ. με μεταμέλεια. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταμέλομαι + επιρρμ. κατάλ. τί (πρβλ. αμελη τί)] …   Dictionary of Greek

  • Ηρώνδας ή Ηρώδας — (3ος αι. π.Χ.).Μιμογράφος από την Κω. Το συγγραφικό έργο του τοποθετείται μεταξύ 275 και 245 π.Χ. Ένας πάπυρος που ανακαλύφθηκε το 1891 έκανε γνωστούς εννέα (οι επτά πλήρεις) σύντομους μίμους του σε ιωνική διάλεκτο (ονομάζονται και μιμίαμβοι,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»