-
1 αλφιτείοις
-
2 ἀλφιτείοις
См. также в других словарях:
ἀλφιτείοις — ἀλφιτεῖον mill for grinding neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αλφιτείοις
2 ἀλφιτείοις
ἀλφιτείοις — ἀλφιτεῖον mill for grinding neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)