-
1 αλληλουχίαι
-
2 ἀλληλουχίαι
См. также в других словарях:
ἀλληλουχίαι — ἀλληλουχίᾱͅ , ἀλληλουχία holding together fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αλληλουχίαι
2 ἀλληλουχίαι
ἀλληλουχίαι — ἀλληλουχίᾱͅ , ἀλληλουχία holding together fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)