Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἀλλαχόσε

См. также в других словарях:

  • αλλαχόσε — ἀλλαχόσε επίρρ. (Α) προς άλλο μέρος, σε άλλο τόπο, αλλού. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τής λ. ἄλλος + ουρανικό πρόσφυμα αχ (πρβλ. ἀλλαχή, ἀλλαχοῦ) + επιρρ. κατάλ. σε] …   Dictionary of Greek

  • ἀλλαχόσε — elsewhither indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • TRACTIO — ignominiae poenaeque species. Idatius Fastis, Constantiô III. et Constante II. Consulibus: His Coss. victi Franci a Constante Aug. seu pacati. Tractus Hermogenes. De qua veluti re usitata loquitur Libanius, Orat. de sua Fortuna. Vide quoque… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • άλλος — η, ο (ΑΜ ἄλλος, η, ον) (ως αντωνυμία ή επίθετο) 1. αυτός που διακρίνεται από κάποιον ή κάποιους, που ήδη έχουν αναφερθεί ή υπονοηθεί 2. (ενάρθρως) ο άλλος, οι άλλοι αυτός ή αυτοί που απομένουν, οι υπόλοιποι 3. διαφορετικός, αλλιώτικος, άλλου… …   Dictionary of Greek

  • μεθιδρύω — (Α) 1. μεταθέτω, μετατοπίζω («ἐπὶ τἀναντία μεθιδρύσασα τὸν ἑαυτῆς βίον», Πλάτ.) 2. μέσ. μεθιδρύομαι α) παίρνω κάτι μαζί μου από έναν τόπο σε άλλο β) αλλάζω θέση πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο, μετατοπίζομαι συνεχώς («ὑπέφευγεν ἄλλοθεν ἀλλαχόσε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»