-
1 Ακόντιον
-
2 Ἀκόντιον
-
3 ακόντιον
-
4 ἀκόντιον
-
5 ἀκόντιον
A javelin, h.Merc.460, Hdt.1.34, Aen.Tact.29.6,8, al.2 in pl., javelin-exercise, Pl.Lg. 794c; also in sg., X.Eq.Mag. 1.21,25.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκόντιον
-
6 κακόντιον
Ἀκόντιον, Ἀκόντιονneut nom /voc /acc sgἈκόντιον, Ἀκόντιοςmasc acc sgἀκόντιον, ἀκόντιονjavelin: neut nom /voc /acc sg -
7 κἀκόντιον
Ἀκόντιον, Ἀκόντιονneut nom /voc /acc sgἈκόντιον, Ἀκόντιοςmasc acc sgἀκόντιον, ἀκόντιονjavelin: neut nom /voc /acc sg -
8 κακοντίου
Ἀκοντίου, Ἀκόντιονneut gen sgἈκοντίου, Ἀκόντιοςmasc gen sgἀκοντίου, ἀκόντιονjavelin: neut gen sgἀκοντίου, ἀκοντίαςquick-darting serpent: masc gen sg -
9 κἀκοντίου
Ἀκοντίου, Ἀκόντιονneut gen sgἈκοντίου, Ἀκόντιοςmasc gen sgἀκοντίου, ἀκόντιονjavelin: neut gen sgἀκοντίου, ἀκοντίαςquick-darting serpent: masc gen sg -
10 Ακοντίοις
-
11 Ἀκοντίοις
-
12 Ακοντίοισι
-
13 Ἀκοντίοισι
-
14 Ακοντίου
-
15 Ἀκοντίου
-
16 Ακοντίω
-
17 Ἀκοντίῳ
-
18 Ακοντίωι
-
19 Ἀκοντίωι
-
20 Ακοντίων
См. также в других словарях:
Ἀκόντιον — neut nom/voc/acc sg Ἀκόντιος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκόντιον — javelin neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ακόντιον — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Αρκαδίας που άκμασε πριν από τον Επαμεινώνδα. Με παρακίνησή του όμως, οι κάτοικοί του το άφησαν και εγκαταστάθηκαν στη Μεγαλόπολη, για να γίνουν πιο ισχυροί και ασφαλείς. 2. Πόλη στην Εύβοια.Οι κάτοικοί… … Dictionary of Greek
κἀκόντιον — Ἀκόντιον , Ἀκόντιον neut nom/voc/acc sg Ἀκόντιον , Ἀκόντιος masc acc sg ἀκόντιον , ἀκόντιον javelin neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκοντίοις — Ἀκόντιον neut dat pl Ἀκόντιος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκοντίοις — ἀκόντιον javelin neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκοντίοισι — Ἀκόντιον neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἀκόντιος masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκοντίοισι — ἀκόντιον javelin neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκοντίου — Ἀκόντιον neut gen sg Ἀκόντιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκοντίου — ἀκόντιον javelin neut gen sg ἀκοντίας quick darting serpent masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκοντίων — Ἀκόντιον neut gen pl Ἀκόντιος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)