-
1 ακρότομος
-
2 ἀκρότομος
-
3 ἀκρότομος
-
4 ἄκρότομος
-ος,-ον A 1-3-0-4-3=11 Dt 8,15; Jos 5,2.3; 1 Kgs 6,7; Ps 113 (114),8cut off, rough quarried (of building stone) 1 Kgs 6,7; sharp Jos 5,2; steep Jb 40,20; hard, sharp edged(of stones) Dt 8,15; flinty ground Ps 113(114),8; neol.? Cf. LARCHER 1985 656(Dt 8,15; Wis 11,4) -
5 ἀκρότομος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκρότομος
-
6 ακρότομον
-
7 ἀκρότομον
-
8 ακροτόμοιο
-
9 ἀκροτόμοιο
-
10 ακροτόμοις
-
11 ἀκροτόμοις
-
12 ακροτόμου
-
13 ἀκροτόμου
-
14 ακροτόμους
-
15 ἀκροτόμους
-
16 ακροτόμω
-
17 ἀκροτόμῳ
-
18 ακροτόμων
-
19 ἀκροτόμων
-
20 ακρότομα
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ακρότομος — ἀκρότομος, ον (AM) αυτός που είναι απότομα κομμένος στο άκρο του, απότομος, απόκρημνος, κοφτερός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο (Ι) + τομος < τέμνω. ΠΑΡ. νεοελλ. ακροτομία] … Dictionary of Greek
ἀκρότομος — cut off sharp masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρότομον — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem acc sg ἀκρότομος cut off sharp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμοιο — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμοις — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμου — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμους — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμων — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροτόμῳ — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρότομα — ἀκρότομος cut off sharp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρότομε — ἀκρότομος cut off sharp masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)