Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀκρατοπότης

См. также в других словарях:

  • Ἀκρατοπότης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ακρατοπότης — (I) ἀκρατοπότης, ο (Α) αυτός που πίνει άκρατο, ανόθευτο κρασί. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἄκρατος + πότης. ΠΑΡ. αρχ. ἀκρατοποσία Ι, ἀκρατοποτῶ Ι]. (II) ο (Μ ἀκρατοπότης) αυτός που πίνει ασυγκράτητα, υπερβολικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρατής + πότης. ΠΑΡ. μσν.… …   Dictionary of Greek

  • ἀκρατοπότης — ἀκρᾱτοπότης , ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc nom sg ἀ̱κρατοπότης , ἀκρατοποτέω drink neat wine imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀκρατοποτέω drink neat wine imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκρατοποτῶν — Ἀκρατοπότης masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκρατοπότην — Ἀκρατοπότης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρητοπότην — ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ακρατοποσία — (I) ἀκρατοποσία, η (Α) [ἀκρατοπότης Ι] το να πίνει κανείς άκρατο, ανόθευτο κρασί. (II) η [ακρατοπότης ΙΙ] ασυγκράτητη, υπερβολική οινοποσία …   Dictionary of Greek

  • ακρατοποτώ — (I) ἀκρατοποτῶ ( έω) (Α) πίνω άκρατο, ανόθευτο κρασί. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρατοπότης κατά το οἰνοπότης > οἰνοποτῶ]. (II) ἀκρατοποτῶ ( έω) (Μ) [ἀκρατοπότης ΙΙ] πίνω ασυγκράτητα, υπερβολικά …   Dictionary of Greek

  • ἀκρατοπόται — ἀκρᾱτοπόται , ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc nom/voc pl ἀκρᾱτοπότᾱͅ , ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκρατοπότας — Ἀκρατοπότᾱς , Ἀκρατοπότης masc acc pl Ἀκρατοπότᾱς , Ἀκρατοπότης masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρατοπότας — ἀκρᾱτοπότᾱς , ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc acc pl ἀκρᾱτοπότᾱς , ἀκρατοπότης drinker of neat wine masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»