Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἀερο-δρόμος

См. также в других словарях:

  • αερο- — α΄συνθ. λ. της Αρχαίας και της Νεοελληνικής από το ουσ. αήρ αέρας. Στα Νεοελληνικά απαντά συχνά και ως αγερο , πρβλ. αγέρας, π.χ. αρχ. νεοελλ. αερό βιος, αερο δόνητος, αερο δρόμος, αερο ειδής, αερο μαχία, αερο μιγής, αερο μιχλώδης, αερο πέτης,… …   Dictionary of Greek

  • κοσμοδρόμιο — το χώρος εξοπλισμένος με κατάλληλες εγκαταστάσεις για την εκτόξευση διαστημοπλοίων και την ασφαλή επιστροφή τους στη Γη. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο) * + δρόμιο (< δρόμος < δρόμος), πρβλ. αερο δρόμιο, παγο δρόμιο] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»