Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἀγυιατίδες

См. также в других словарях:

  • ἀγυιάτιδες — ἀγυιά̱τιδες , ἀγυιᾶτις neighbour fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγυιάτης — Προσωνύμιο του θεού Απόλλωνα. Τον αποκαλούσαν έτσι ως προστάτη των δρόμων (αγυιών). Με το ίδιο όνομα αναφέρεται και θρησκευτική τελετή λατρείας του ίδιου θεού. * * * ἀγυιάτης, ο (θηλ. άτις) (Α) [ἀγυιά] 1. αυτός που αναφέρεται στην αγυιά, τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»