-
1 αγελάρχην
-
2 ἀγελάρχην
См. также в других словарях:
ἀγελάρχην — ἀγελάρχης leader of a flock masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αγελάρχην
2 ἀγελάρχην
ἀγελάρχην — ἀγελάρχης leader of a flock masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)