-
1 αγγελιαφόροις
-
2 ἀγγελιαφόροις
См. также в других словарях:
ἀγγελιαφόροις — ἀγγελιᾱφόροις , ἀγγελιαφόρος messenger masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αγγελιαφόροις
2 ἀγγελιαφόροις
ἀγγελιαφόροις — ἀγγελιᾱφόροις , ἀγγελιαφόρος messenger masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)