Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ωρικός

См. также в других словарях:

  • Ὤρικος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ωρικός — Αρχαία πόλη της ιλλυρικής Αμαντίας στο Ιόνιο πέλαγος, όχι μακριά από τις εκβολές του Αώου ποταμού. Σύμφωνα με την παράδοση Ιδρύθηκε όπως και η Αμαντία, από Ευβοείς, που επέστρεφαν από την Τροία. Πάντως ήταν αρχαιότατη ελληνική πόλη (Hρόδ. 9,90),… …   Dictionary of Greek

  • ὡρικός — ὁρίζω divide perf part act neut nom/voc/acc sg ὡρικός in one s prime masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠρικός — ὀρίνω stir perf part act neut nom/voc/acc sg ὠρίζω perf part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡρικόν — ὡρικός in one s prime masc acc sg ὡρικός in one s prime neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡρικώτατα — ὡρικός in one s prime adverbial superl ὡρικός in one s prime neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὠρίκου — Ὤρικος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὠρίκους — Ὤρικος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὠρίκων — Ὤρικος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὠρίκῳ — Ὤρικος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡρικοῖς — ὡρικός in one s prime masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»