Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ψῐάζω

См. также в других словарях:

  • ψιάζω — (I) και δωρ. τ. ψιάδδω Α παίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. έχει σχηματιστεί από το ἑψιῶμαι* «διασκεδάζω», με σίγηση τού αρκτικού φωνήεντος, κατά τα ρ. σε άζω]. (II) Α [ψιάς, άδος] (κατά τον Ησύχ.) «ψακάζω» …   Dictionary of Greek

  • ψιάζει — ψιάζω play pres ind mp 2nd sg ψιάζω play pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψιαίνω — Α (κατά τον Ησύχ.) «ψίω, ψιάζω». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για άλλο τ. τού ρ. ψιάζω] …   Dictionary of Greek

  • ψίεις — εσσα, εν, Α (κατά τον Ησύχ.) «μακάριος, εὐδαίμων». [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. συνδέεται με το ρ. ψιάζω (Ι) και έχει σχηματιστεί με κατάλ. εις (βλ. λ. οεις)] …   Dictionary of Greek

  • ψιάδδω — Α (δωρ. τ.) βλ. ψιάζω (Ι) …   Dictionary of Greek

  • ἐψιάσθων — ἐψιά̱σθων , ψιάω perf imperat mp 3rd pl (attic doric) ψιάζω play perf imperat mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποψιᾶσαι — ὑπό ψιάω pres ind mp 2nd sg ὑπό ψιάω pres part act fem nom/voc pl (doric) ὑπό ψιάω aor inf act (attic doric) ὑπό ψιάζω play fut part act fem nom/voc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»