-
1 ψυχρο-δόχος
ψυχρο-δόχος, Kaltes in sich aufnehmend, οἶκος, Luc. Hipp. 7, das Zimmer, wo man sich in kaltem Wasser badet.
-
2 ψυχροδόχος
ψυχρο-δόχος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψυχροδόχος
-
3 ψυχροδόχος
ψυχρο-δόχος, Kaltes in sich aufnehmend; οἶκος, das Zimmer, wo man sich in kaltem Wasser badet -
4 ψυχροδοχος
См. также в других словарях:
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek