-
1 ψυχορραγήσαι
-
2 ψυχορραγῆσαι
См. также в других словарях:
ψυχορραγῆσαι — ψῡχορραγῆσαι , ψυχορραγέω let the soul break loose aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ψυχορραγήσαι
2 ψυχορραγῆσαι
ψυχορραγῆσαι — ψῡχορραγῆσαι , ψυχορραγέω let the soul break loose aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)