Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ψευδοκῆρυξ

См. также в других словарях:

  • ψευδοκήρυξ — ήρυκος, ὁ, Α κήρυκας που αναγγέλλει ψευδείς ειδήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + κῆρυξ] …   Dictionary of Greek

  • κήρυκας — ο (ΑΜ κήρυξ και κήρυξ, υκος, Α αιολ. τ. κᾱρυξ, ὁ και σπαν. ἡ) 1. αυτός που κηρύσσει κάτι μεγαλοφώνως στο πλήθος, διαλαλητής, ντελάλης («κήρυκες, Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που διδάσκει ή μεταδίδει με προφορικό ή γραπτό λόγο… …   Dictionary of Greek

  • ψευδοκήρυκας — ψευδοκή̱ρυκας , ψευδοκῆρυξ false masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»