Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

χἄτεροι

См. также в других словарях:

  • χἄτεροι — ἅτεροι , ἅτερος sṃ masc nom/voc pl (doric) ἕτεροι , ἕτερος D Mort. masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ενεχυράζω — ἐνεχυράζω (Α) [ενέχυρον] 1. παίρνω ως ενέχυρο («μήτε ἐνεχυράσαι μήτε λαμβάνειν ἕτερον ἑτέρου», Δημ.) 2. μέσ. παίρνω ασφάλεια, ασφαλίζομαι για κάτι («χἄτεροι τόκου ἐνεχυράσασθαί φασιν», Αριστοφ.) 3. παθ. φρ. «ένεχυράζομαι τά χρήματα» μού παίρνουν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»