Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

χωριο-νόμος

  • 1 χωριο-νόμος

    χωριο-νόμος, ein Landgut abweidend, ausplündernd, Gloss.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > χωριο-νόμος

  • 2 χωριονόμος

    χωριο-νόμος, ein Landgut abweidend, ausplündernd

    Wörterbuch altgriechisch-deutsch > χωριονόμος

  • 3 остаться

    -анусь, -анешься
    ρ.σ.
    1. μένω, παραμένω•

    не уйду, -анусь здесь δε θα φύγω, θα μείνω εδώ•

    теперь мы -лись одни τώρα εμείς μείναμε μονοί, μας.

    || διαμένω, κατοικώ•

    он -анется в деревне αυτός θα μείνει στο χωριό.

    || δεν προβιβάζομαι, δεν προάγομαι•

    он -лся на второй год в классе αυτός δεν προβιβάστηκε.

    2. (απαντά στο 3ο πρόσωπο) διατηρούμαι, παραμένω•

    закон -нется в силе ο νόμος θα παραμείνει σε ισχύ.

    || τηρούμαι, κρατιέμαι•

    дело -лось в тайне η υπόθεση παρέμεινε μυστκή.

    || υπολείπομαι, απομένω•

    -лось знать... απόμεινε να μάθω...•

    за вами -лось десять рублей μείνατε χρέος δέκα ρούβλια.

    3. είμαι, βρίσκομαι, παραμένω.
    4. μένω•

    он -лся сиротой αυτός έμεινε ορφανός•

    она -лась вдоной αυτή έμεινε χήρα•

    он -лся без денег αυτός έμεινε χωρίς χρήματα•

    остаться в выигрыше μένω κερδισμένος•

    остаться должным μένω χρεομένος•

    -в своём мнении μένω με τη γνώμη μου.

    5. χάνω στο χαρτοπαίγνιο.
    6. επαφίεμαι.
    εκφρ.
    остаться за кем – α) παραμένω στην κυριότητα κάποιου, β) μένω χρεώστης•
    остаться ни при чём – και να παραμείνω δε βγαίνει τίποτε•
    остаться ни с чем – μένω με τίποτε (στερούμαι των πάντων)•
    остаться с носом – μένω με την όρεξη (χωρίς να γευθώ τίποτε).

    Большой русско-греческий словарь > остаться

См. также в других словарях:

  • Έβρου, νομός — Νομός (4.242 τ. χλμ., 149.354 κάτ.) της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, το βορειοανατολικό άκρο της ελληνικής επικράτειας. Συνορεύει Β με τη Βουλγαρία, ΒΑ και Α με την Τουρκία (Ανατολική Θράκη) με φυσικό όριο τον ποταμό Έβρο, Ν… …   Dictionary of Greek

  • Ημαθίας, νομός — Νομός (1.699 τ. χλμ., 143.618 κάτ.) της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, στο δυτικό τμήμα της κεντρικής Μακεδονίας. Συνορεύει στα Β με τον νομό Πέλλης, στα Α με τον νομό Θεσσαλονίκης, στα ΝΑ και Ν με τον νομό Πιερίας, στα ΝΔ και Δ με τον νομό… …   Dictionary of Greek

  • Φθιώτιδας, νομός — Νομός (4.441 τ. χλμ., 178.771 κατ.) της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Συνορεύει στα Β με τους νομούς Μαγνησίας, Λάρισας και Καρδίτσας, στα Ν με τους νομούς Βοιωτίας, Φωκίδας και Αιτωλοακαρνανίας, στα Δ με τον νομό Ευρυτανίας, ενώ στα Α βρέχεται… …   Dictionary of Greek

  • Φλώρινας, νομός — Νομός (1.863 τ. χλμ., 54.768 κάτ.) της περιφέρειας δυτικής Μακεδονίας στο βόρειο τμήμα της. Συνορεύει στα Β με τη Π.Γ.Δ.Μ., στα Α με τους νομούς Πέλλας και Κοζάνης, στα Ν με τους νομούς Κοζάνης και Καστοριάς και στα Δ με την Αλβανία. Πρωτεύουσα… …   Dictionary of Greek

  • Βοιωτίας, νομός — Νομός (3.211 τ. χλμ., 131.085 κάτ.) της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Στα Β συνορεύει με τον νομό Φθιώτιδος, ΒΔ με τον νομό Φωκίδος, ΒΑ με τον νομό Ευβοίας (που κατέχει ένα μικρό τμήμα της Βοιωτίας στη δυτική ακτή του Ευρίπου, το οποίο αποτελεί… …   Dictionary of Greek

  • Πέλλας, νομός — Διοικητική διαίρεση της περιφέρειας Kεντρικής Μακεδονίας, στο βορειοδυτικό τμήμα της, που συνορεύει στα Β με τα Σκόπια, στα Α με τους νoμούς Κιλκίς και Θεσσαλονίκης, στα Ν με τους νομούς Ημαθίας και Κοζάνης και στα Δ με τον νομό Φλώρινας. Έχει… …   Dictionary of Greek

  • Ροδόπης, νομός — Διοικητική διαίρεση της Θράκης, που συνορεύει στα Δ με τον νομό Ξάνθης, στα Α με τον νομό Έβρου, στα Β με τη Βουλγαρία, ενώ στα Ν βρέχεται από το Θρακικό πέλαγος. Έχει έκταση 2.543 τ. χλμ. Πρωτεύουσα είναι η Κομοτηνή. Διοικητικά ο νομός ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • Πιερίας, νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντρικής Μακεδονίας, αντίστοιχη περίπου προς την αρχαία Πιερία (ένα τμήμα της τελευταίας, ανατολικά του Αλιάκμονα, ανήκει στο νομό Ημαθίας). Στα Β ο νομός Π. συνορεύει με το νομό Ημαθίας, στα Δ με τους νομούς Ημαθίας και… …   Dictionary of Greek

  • Τρικάλων, νομός — Διοικητική διαίρεση της βορειοδυτικής Θεσσαλίας, που συνορεύει στα Β με τον νομό Γρεβενών, στα Α με τον νομό Λάρισας, στα Ν με τον νομό Καρδίτσας και στα Δ με τους νομούς Άρτας και Ιωαννίνων. Έχει έκταση 3.338 τ. χλμ. και πληθυσμό 138.946 κατ.… …   Dictionary of Greek

  • Σερρών, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ανατολικής Μακεδονίας, της οποίας καλύπτει το δυτικό τμήμα. Συνορεύει στα Β ελάχιστα με τη Γιουγκοσλαβία και κυρίως με τη Βουλγαρία, στα Α με το νομό Δράμας, στα ΝΑ και στα Ν με το νομό Καβάλας και βρέχεται σε μικρή έκταση …   Dictionary of Greek

  • Πρέβεζας, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»