-
1 χρυσοειδών
-
2 χρυσοειδῶν
См. также в других словарях:
χρυσοειδῶν — χρῡσοειδῶν , χρυσοειδής like gold masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 χρυσοειδών
2 χρυσοειδῶν
χρυσοειδῶν — χρῡσοειδῶν , χρυσοειδής like gold masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)