Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

χειραγωγοῦ

См. также в других словарях:

  • χειραγωγοῦ — χειραγωγέω lead by the hand pres imperat mp 2nd sg (attic) χειραγωγέω lead by the hand imperf ind mp 2nd sg (attic) χειραγωγός leading masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκαντήλι(ο) — το, Ν ναυτ. καθένας από τους αφαιρετούς στυλίσκους τής εξωτερικής σκάλας τού πλοίου πάνω στους οποίους στηρίζεται το σχοινί τού χειραγωγού …   Dictionary of Greek

  • Δημητρίου — I Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αναστάσιος. Καταγόταν από την Ήπειρο και πήρε μέρος σε πολλές πολεμικές επιχειρήσεις. Σκοτώθηκε στο Μεσολόγγι. 2. Απόστολος. Καταγόταν από την Αμβρακία και πολέμησε υπό τις διαταγές του Πανουργιά και του Δημητρίου …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»