Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

χαριστίων

См. также в других словарях:

  • χαριστίων — ωνος, ὁ, ΜΑ σταθμικό όργανο τού Αρχιμήδους, είδος μοχλού …   Dictionary of Greek

  • χαριστίωνα — χαριστίων an instrument masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαριστίωνι — χαριστίων an instrument masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαριστίωνος — χαριστίων an instrument masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»