-
1 χαμαι-κέρασος
χαμαι-κέρασος, ὁ, der niedrige oder Zwergkirschbaum, Ath. II, 50 d. – Auch eine niedrige Pflanze, die kirschenähnliche Beeren trägt, Diosc.
-
2 χαμαικέρασος
χαμαι-κέρασος, ὁ, u. χαμαι-κεράσιον, τό, der niedrige oder Zwergkirschbaum. Auch eine niedrige Pflanze, die kirschenähnliche Beeren trägt -
3 χαμαικέρασος
χᾰμαι-κέρᾰσος, ὁ,A = μιμαίκυλον, Asclep.Myrl. ap. Ath.2.50e.2 dwarf cherry, Prunus prostrata, Plin.HN15.104.3 May lily, Convallaria majalis, interpol. in Dsc.Eup.1.154 Sprengel (post 145 W.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χαμαικέρασος
См. также в других словарях:
χαμ(αι)- — α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο επίρρημα χαμαί* και δηλώνει ότι κάτι υπάρχει, βρίσκεται ή γίνεται κάτω, στο έδαφος, καταγής, χαμηλά (πρβλ. χαμαι βάμων, χαμ ερπής), χρησιμοποιήθηκε, όμως, και… … Dictionary of Greek