Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

χαλάζιος

См. также в других словарях:

  • χαλάζιος — ον, Α [χάλαζα] 1. γεμάτος όζους, γεμάτος ογκίδια 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ χαλάζιος ο λίθος χαλαζίας 3. ως κύριο όν. Χαλάζιος προσωνυμία τού Διός, ως θεού τού χαλαζιού …   Dictionary of Greek

  • χαλάζιε — χαλάζιος full of knots masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλάζιον — trichinosis neut nom/voc/acc sg χαλάζιος full of knots masc/fem acc sg χαλάζιος full of knots neut nom/voc/acc sg χαλαζάω hail imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic) χαλαζάω hail imperf ind act 1st sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαβαζίτης — ή χαβασίτης, ο, Ν (ορυκτ.) πολύ διαδεδομένο ένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό τού νατρίου και τού ασβεστίου, που ανήκει στην ομάδα τών ζεολίθων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chabasite < χαβάζιος, δ. γρφ. τού χαλάζιος «είδος λίθου» + κατάλ.… …   Dictionary of Greek

  • χαλαζιοπορφύρης — Πέτρωμα παλαιοηφαιστειογενές, πρωτογενούς γεωλογικής ηλικίας, έκχυτο, που αποτελείται από υαλώδη μάζα, μέσα στην οποία περιέχονται φαινοκρύσταλλοι αλκαλιούχων αστρίων, σποραδικά, καθώς και από ασβεστονατρομιγείς αστρίους και χαλαζία. Η θεμελιώδης …   Dictionary of Greek

  • χαλαζίοις — χαλάζιον trichinosis neut dat pl χαλάζιος full of knots masc/fem/neut dat pl χαλαζάω hail pres opt act 2nd sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλαζίου — χαλάζιον trichinosis neut gen sg χαλάζιος full of knots masc/fem/neut gen sg χαλαζίας masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλαζίων — χαλάζιον trichinosis neut gen pl χαλάζιος full of knots masc/fem/neut gen pl χαλαζάω hail pres part act masc nom sg (epic doric ionic) χαλαζιάω suffer from imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) χαλαζιάω suffer from imperf ind act 1st sg (homeric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλαζίῳ — χαλάζιον trichinosis neut dat sg χαλάζιος full of knots masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλάζια — χαλάζιον trichinosis neut nom/voc/acc pl χαλάζιος full of knots neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»