Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

φῐλό-σϊτος

См. также в других словарях:

  • κακόσιτος — η, ο (Α κακόσιτος, ον) αυτός που υποσιτίζεται, που δεν τρέφεται καλά, κακοθρεμμένος, ισχνός αρχ. 1. δύσκολος στο φαγητό, αυτός που δεν έχει όρεξη για τροφή, ανόρεχτος 2. μτφ. αυτός που δύσκολα ευχαριστιέται με κάτι, δύσκολος, απαιτητικός («πρὸς… …   Dictionary of Greek

  • ωμόσιτος — ον, Α 1. (για τη Σφίγγα, επειδή έτρωγε ωμές σάρκες ανθρώπων) ωμοφάγος («Σφίγγ ὠμόσιτον», Αισχύλ.) 2. (με παθ. σημ.) αυτός που τρώγεται ωμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὠμός + σιτος (< σῖτος) πρβλ. φιλό σιτος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»