-
1 φιλότας
a affectionμάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87
b pl., loves, objects of affection “ ὄφρα τις τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων ἐπιψαύειν ἔραται” P. 4.92 “ κρυπταὶ κλαίδες ἐντὶ σοφᾶς Πειθοῦς ἱερᾶν φιλοτάτων” P. 9.39ὥρα πότνια, κάρυξ Ἀφροδίτας ἀμβροσιᾶν φιλοτάτων N. 8.1
-
2 φιλότας
φιλότᾱς, φιλότηςfriendship: fem nom sg (doric aeolic)
См. также в других словарях:
φιλότας — ατος, ἡ, Α (αιολ. τ.) βλ. φιλότης … Dictionary of Greek
φιλότας — φιλότᾱς , φιλότης friendship fem nom sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλότης — ητος, και αιολ. τ. φιλότας, ατος, ἡ, Α [φίλος] 1. φιλική αγάπη, φιλία («ξεῑνοι μὲν διαμπερές εὐχόμεθ εἶναι ἐκ πατέρων φιλότητος», Ομ. Οδ.) 2. φιλοξενία 3. φιλική συνεννόηση μεταξύ λαών («φιλότητα καὶ ὅρκια πιστὰ ταμόντες», Ομ. Ιλ.) 4. ερωτική… … Dictionary of Greek