Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φυλλό-στρωτος

См. также в других словарях:

  • κερόστρωτος — κερόστρωτος, ον (Α) ο στρωμένος με κέρατα ή με κεράτινα τεμάχια. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέρας + στρωτός (< στρώννυμι), πρβλ. λιθό στρωτος, φυλλό στρωτος] …   Dictionary of Greek

  • χορτόστρωτος — ον, ΜΑ στρωμένος με χόρτο. [ΕΤΥΜΟΛ. < χόρτος + στρωτός (< στρώννυμι «στρώνω»), πρβλ. φυλλό στρωτος] …   Dictionary of Greek

  • χρυσόστρωτος — ον, ΜΑ στρωμένος με χρυσοποίκιλτα στρωσίδια («χρυσοστρώτου... κλίνης», Ιωάνν. Χρυσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + στρωτος (< στρώννυμι), πρβλ. φυλλό στρωτος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»