Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

φλογοβαφῆ

См. также в других словарях:

  • φλογοβαφῆ — φλογοβαφής flame coloured neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) φλογοβαφής flame coloured masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) φλογοβαφής flame coloured masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρθικός — ή, ό / παρθικός, ή, όν, ΝΜΑ [Πάρθοι] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Πάρθους («παρθική γλώσσα» μεσαιωνική ιρανική γλώσσα η οποία προερχόταν από την αρχαία επαρχία τής Παρθίας) μσν. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ Παρθικά (κατά τον Ιω. Λυδ.)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»