-
1 φιλαστραγαλος
См. также в других словарях:
φιλαστράγαλος — ον, Α αυτός που τού αρέσει το παιχνίδι τών αστραγάλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + ἀστράγαλος στον πληθ. «είδος παιχνιδιού»] … Dictionary of Greek
1 φιλαστραγαλος
φιλαστράγαλος — ον, Α αυτός που τού αρέσει το παιχνίδι τών αστραγάλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + ἀστράγαλος στον πληθ. «είδος παιχνιδιού»] … Dictionary of Greek