Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

φιλόχορος

См. также в других словарях:

  • Φιλόχορος — loving the choir masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόχορος — loving the choir masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόχορος — Έλληνας χρονικογράφος του 3ου 4ου αι. π.Χ. Ήταν γιος του Κύκνου από την Αθήνα, μάντης και ιεροσκόπος. Έγραψε ιστορία με τον τίτλο Ατθίς. Εξαιτίας της φιλίας του με τον Πτολεμαίο B’, θανατώθηκε με διαταγή του Αντιγόνου Γονατά. Η Ατθίς… …   Dictionary of Greek

  • φιλόχορον — φιλόχορος loving the choir masc/fem acc sg φιλόχορος loving the choir neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοχόροισι — Φιλόχορος loving the choir masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχόροισι — φιλόχορος loving the choir masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοχόρου — Φιλόχορος loving the choir masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχόρου — φιλόχορος loving the choir masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοχόρῳ — Φιλόχορος loving the choir masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχόρῳ — φιλόχορος loving the choir masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλόχορε — Φιλόχορος loving the choir masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»